Κοινωνική Ιστορία



Ο ΠΕΤΡΟΣ ΣΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ

Τo προηγούμενο Σάββατο πήγα με τη μαμά μου, τον μπαμπά μου, την φίλη μας τη Ρούλα και τον γιο της τον Αλέξανδρο σε ένα αγαπημένο μας εστιατόριο για φαγητό.
Κάναμε 35 λεπτά μέχρι να φτάσουμε εκεί, αλλά δεν με ενόχλησε καθόλου γιατί άκουγα μουσική με τα ακουστικά μου.








Όταν φτάσαμε, κάθισα στην θέση δίπλα στο παράθυρο που μου αρέσει και έδωσα την παραγγελία μου στην σερβιτόρα.
Για να αποφασίσω γρήγορα τι θα φάω, είχα σκεφτεί από πριν τι θέλω. Ζήτησα μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα.








Όταν μας έφεραν το φαγητά μας, όλοι άρχισαν να τρώνε με χαρά. 
Εγώ όμως όχι. Ημουν απογοητευμένος και πολύ θυμωμένος γιατί ήθελα κοφτά μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα και η σερβιτόρα μου έφερε σπαγγέτι.

Άρχισα να φωνάζω, να κλωτσάω και να κλαίω.                                                                     
                                                                       






Η μαμά μου φώναζε, οι άνθρωποι στο εστιατόριο με κοιτούσαν τρομαγμένοι και ο μπαμπάς λυπημένα.











Εκείνοι ήταν ευχαριστημένοι με το φαγητό τους γιατί είχαν ζητήσει ακριβώς αυτό που είχαν στο μυαλό τους.



Εγώ δεν είχα σκεφτεί πως αν δεν ζητήσω να είναι κοφτά τα μακαρόνια μου ο μάγειρας δεν μπορεί να ξέρει ότι τα ήθελα έτσι.

Η μαμά με πήρε και πήγαμε έξω από το μαγαζί να πάρω λίγο φρέσκο αέρα που μου κάνει καλό. Γυρίσαμε μετά από 10 λεπτά πάλι.



Φωνάξαμε πάλι τη σερβιτόρα και της παρήγγειλα ''κοφτά μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα''.  


Μετά από λίγη ώρα μου έφερε το φαγητό μου. Ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα. Το έφαγα πολύ ευχαριστημένος και πεινασμένος.









Ο μπαμπάς μου εξήγησε πως στα εστιατόρια έρχεται ο σερβιτόρος στο τραπέζι. Του λέμε αυτό που θέλουμε να φάμε. Αυτός το λέει στον μάγειρα. Ο μάγειρας βρίσκει τα υλικά από το ντουλάπι και το ψυγείο και τα μαγειρεύει.



Γι'αυτό καλό είναι να έχω στο μυαλό μου και άλλο ένα φαγητό που θα θελω να φάω γιατί μπορεί να μην το έχει ο μάγειρας στο ντουλάπι αυτό που θέλω και να στενοχωρηθώ.

Και όταν στενοχωριέμαι φωνάζω και ο κόσμος γύρω μου στενοχωριέται και τρομάζει και καθόλου δεν μου αρέσει όταν συμβαίνει αυτό.

                                                                                                     Μαρία Κωνσταντινοπούλου